Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Κάτι παραπάνω από ένα μπλοκμπάστερ-μαϊμού



 Το "Dawn of the Planet of the Apes" είναι η καλύτερη ταινία του καλοκαιριού.
Λήχτε το, έχουμε πρωταθλητή.


Μιλάμε για μια ταινία στην οποία συναντάς το θρίαμβο του πανέμορφα σαχλού μεγαλείου, μιας εικόνας στρατιάς πιθήκων να καβαλάνε άλογα κραδαίνοντας αυτόματα πολυβόλα. Και λίγο αργότερα, το θρίαμβο της σοκαριστικά αποτελεσματικής εικόνας κατευθείαν από το μέσον του πεδίου της μάχης, που θα μπορούσε να έχει δραπετεύσει από ένα πολεμικό δράμα από αυτά που όλοι παίρνουν στα σοβαρά επειδή έτσι Υποτίθεται.

Μιλάμε για μια ταινία που διαθέτει την καλύτερη ερμηνεία που θα δεις οπουδήποτε φέτος στο σινεμά. Ξέχνα όλους αυτούς στα Όσκαρ που παίζουν ιστορικές φιγούρες ή/και αρρώστους και τρέμουν δακρυσμένοι κοιτώντας την κάμερα. Ο Άντι Σέρκις αφού έδωσε ερμηνειάρες ως Γκόλουμ, τώρα συνεχίζει να καθηλώνει στο ρόλο του Σίζαρ, με μια επιβλητική φιγούρα και λεπτές αλλαγές στη γλώσσα του σώματος να αποτελούν τις μικρότερες αλλά σημαντικότερες λεπτομέρειες στην ολοκλήρωση ενός πορτρέτου χαρακτήρα συνώνυμου του πιο σκεπτόμενου action franchise των ημερών μας. Το Όσκαρ θα πάρει πάλι κάποιος κύριος που θα τρέμει στην κάμερα ή θα την κοιτάει με βουρκωμένες ματιές φωνάζοντας, αλλά ο Σέρκις θα έχει δώσει καλύτερη ερμηνεία από εκείνον.
Μιλάμε για μια ταινία που χωρίς να θυσιάσει τίποτα από τη δράση, τα εφέ, τον εντυπωσιασμό της, καταφέρνει να αγγίζει ένα σωρό θεματικές που δεν έχουμε ακριβώς συναντήσει καταναλώνοντας το ποπ κορν μας σε κάποιο multiplex εν μέσω καλοκαιριού.

Λήχτε το.


 
 
Το "Dawn of the Planet of the Apes"είναι, ναι, τόσο πολύ καλό. Δεν είναι όμως πως προήλθε από το πουθενά.

Πριν 3 χρόνια, μπήκαμε στη σκοτεινή αίθουσα για το "Rise of the Planet of the Apes", κάτι μεταξύ prequel και reboot της κλασικής σειράς ταινιών, μας είχαν πει. Το τρέιλερ έμοιαζε ανόητο, ο τίτλος ακόμα σαχλότερος, πρωταγωνιστούσε ο Τζέιμς Φράνκο, η προηγούμενη φορά που κάποιος δοκίμασε να παίξει ξανά με τον "Πλανήτη των Πιθήκων" είχε προκύψει το εφιαλτικά κακό "Planet of the Apes" του Τιμ Μπάρτον και, τελοσπάντων, η όλη ιδέα του να εντοπίσουμε την προέλευση μιας ιστορίας που έμεινε θρυλική λόγω ενός twist ending έμοιαζε τουλάχιστον κακή σκέψη.

Το αποτέλεσμα γνωστό: To "Rise" αποτέλεσε τη μεγαλύτερη ευχάριστη έκπληξη των τελευταίων χρόνων, μια ταινία που κάπου στα μισά της, όταν ξεκολλούσες τα μάτια σου από το δράμα στην οθόνη, προλάβαινες να αναρωτηθείς, "τι στα κομμάτια, είναι όντως τόσο καλό;" και μετά ο Σίζαρ μιλούσε για πρώτη φορά και μάζευες το σαγόνι σου από το πάτωμα και ήξερες την απάντηση στην ερώτησή σου.

Το ξανάδα πρόσφατα για πρώτη φορά έκτοτε και, δίχως κανένα στοιχείο έκπληξης πια, επιβεβαιώθηκε τό πόσο καλή ταινία είναι: Επί της ουσίας, μια μοντέρνα επανεκτέλεση του "Σπάρτακου", παρέα με στοιχεία θρησκευτικού συμβολισμού και παρα-αφηγήσεις περί εκμετάλλευσης των ζώων, όλα πακεταρισμένα ως μια καθηλωτική creature feature, μια περιπέτεια όχι για τον επιστήμονα που αναζητά θεραπεία για τον άρρωστο πατέρα του, όσο για τον Έξυπνο Πίθηκο που αναζητά το αληθινό του σπίτι δίχως να γνωρίζει καν την έννοιά του.

Η ταινία του Ρούπερτ Γουάιατ ήταν φανταστική, αλλά αυτό που δεν ξέραμε τότε ήταν πως επρόκειτο απλώς για την αρχή.


 
 
Λίγα χρόνια μετά ο σκηνοθέτης έχει αλλάξει, στη θέση του Γουάιατ έχουμε τον Ματ Ριβς, του οποίου το παλμαρέ εμπνέει ακόμα περισσότερο. Έχει γυρίσει το "Cloverfield" (που δείχνει πόσο ικανός είναι στο να σκηνοθετεί δράση μέσα από μια πολύ προσωπική ματιά) και το "Let Me In" (που δείχνει πόσο διακριτικά μπορεί να εισάγει πινελιές συναισθηματικής καταστροφής ακόμα και σε μια ιστορία που έχεις προηγουμένως ξαναδεί), ενώ έχει συνδημιουργήσει το "Felicity" με τον Τζέι Τζέι Έιμπραμς (που δείχνει, εχμ, πόσο φίλος είναι με τον Έιμπραμς, υποθέτω).

Ο Ριβς επιδεικνύει ξανά όλα τα προσόντα, αυτή τη φορά πειστικότερα από ποτέ. Στο "Dawn" η ιστορία αναπτύσσεται με έναν ρυθμό που απαιτεί τη δράση να έρχεται σε μικρές εκρήξεις αλλά ποτέ με τρόπο που να καλύπτει την ιστορία, ενώ ταυτόχρονα να ισορροπεί με τις απαραίτητες λυρικές στιγμές δίχως τις οποίες ένα τέτοιο εγχείρημα δε θα λειτουργούσε ποτέ. Το πρώτο τέταρτο του φιλμ ο Ριβς το χρησιμοποιεί εξ ολοκλήρου για να χτίσει τον νέο κόσμο του Σίζαρ, με πλάνα που δίχως να είναι ασφυκτικά ή πιεστικά, απλώς παρακολουθούν τη φύση και τους ήρωες του φιλμ καθώς φτιάχνουν την μικρή τους κοινωνία σε αυτή.

Αργότερα, καθώς η ανθρωπότητα (που εδώ έχει αποδεκατιστεί χάρη σε έναν ιό) συναντά τους πιθήκους, αρχίζει σιγά-σιγά να εισχωρεί και στα ενδότερα του κόσμου του Σίζαρ, κάτι που ο Ριβς αποτυπώνει τόσο με μικρές εξάρσεις δράσης, όσο και με δυναμικά, ποιητικής χροιάς πλάνα που άμεσα οδηγούν σε μικρές τραγωδίες.

Αυτή είναι η μεγαλύτερη δύναμη του φιλμ: Ισορροπεί τόσο περίτεχνα ανάμεσα στις τόσες του ανάγκες (σε τόνο και σε ρυθμό) ώστε να καταφέρνει να είναι όλα όσα επιχειρεί να είναι. Δεν είναι απλώς φιλόδοξο, αλλά ξέρει πώς να κάνει τις βλέψεις του πραγματικότητα. Και ο Ριβς τα πετυχαίνει όλα αυτά έχοντας να διαχειριστεί μια ιστορία με βασικούς πρωταγωνιστές μια αρμάδα από CGI χαρακτήρες-- ελάχιστες στιγμές αφού ξεκινήσει το φιλμ, έχεις ήδη ξεχάσει πως βλέπεις κάτι ψεύτικο. Το επίπεδο και η τέχνη των εφέ μοιάζουν εδώ να ακουμπούν ένα νέο επίπεδο ομορφιάς και πρακτικότητας.


 
 
Όλα τα παραπάνω είναι ένας περίπλοκος τρόπος να πούμε το εξής απλό: Το "Dawn" είναι ένα θεαματικό, εντυπωσιακό, δυναμικό μπλοκμπάστερ, που όμως έχεις πολύ μεγαλύτερες βλέψεις από το να σου παρουσιάσει απλώς μια σειρά από εκρήξεις. (Τίποτα κακό με τις εκρήξεις. Απλά χαιρόμαστε όταν κάποιος επιχειρεί και κάτι επιπλέον.)

Η ταινία, σε συνέχεια του απροσδόκητου πρώτου φιλμ προ τριετίας, αναπτύσσει περαιτέρω κάποιες θεματικές, εμπλουτίζοντας την αφήγησή της ακόμα περισσότερο. Το φιλμ ξεκινά από την οπτική των πιθήκων και σταδιακά εισάγει την ανθρωπότητα που έχει απομείνει μέσα από μια ομάδα που προσπαθεί να φέρει το ρεύμα πίσω στο Σαν Φρανσίσκο. Ταυτόχρονα, τόσο στο στρατόπεδο των πιθήκων όσο και των ανθρώπων, υπάρχουν οι ηγέτες με το όραμά τους, όσο και οι εσωτερικοί τους αντίπαλοι που προσεγγίζουν τον "εχθρό" με διαφορετικό τρόπο. Υπάρχουν προδοσίες, αμφιβολίες, καχυποψία, αλλά και διάθεση για ειρηνική συνεργασία και συνύπαρξη. Αυτό στο οποίο οδηγούμαστε είναι μια σύγκρουση στην οποία όλες οι πλευρές έχουν το δίκιο τους, ή τελοσπάντων το κατανοητό σκεπτικό τους. Είναι τεράστια επιτυχία για μια τέτοια ταινία, καθώς εξελίσσεται, να μην νιώθεις πως σε καθοδηγεί ως προς το τι πρέπει να υποστηρίξεις.

Τίποτα δεν είναι άσπρο-μαύρο, ούτε καν η τελική έκβαση. Η ταινία θέτει ζητήματα ηγεσίας, συμβιβασμών, συμβόλων, ηθικής, γκρίζων περιοχών, αλλά και αδυσώπητης πραγματικότητας που γκρεμοτσακίζει το κάθε ουτοπικό όνειρο. Υπάρχουν σκηνές-καθρέφτες επί της πρώτης ταινίας που κάνουν κάποιες εξελίξεις χαρακτήρων και καταστάσεων να μοιάζουν τραγικές. Στην πραγματικότητα, είναι απλώς η σκληρή αλήθεια του κόσμου που ζούμε.



Το πάθος του φιλμ είναι αδιαπραγμάτευτο καθώς καταπιάνεται με ένα σωρό πράγματα, δίχως ποτέ να ξεχνάει πώς να σε εντυπωσιάσει ή να σε διασκεδάσει. Μοιάζει με εφετζίδικη μπλοκμπαστεριά, με πολιτικά ευαίσθητο γουέστερν (ακόμα και οι βαφές στα πρόσωπα των πιθήκων παραπέμπουν σε Ινδιάνους), με αγνή πολεμική ταινία (οι αναλογίες με κάθε πιθανή πολεμική σύρραξη που βάζεις στο μυαλό σου δεν καταρρίπτονται ποτέ), με Μεσσιανικό πορτρέτο ενός χαρακτήρα-συμβόλου (περισσότερα από αυτό, υποθέτουμε, θα έρθουν στη συνέχεια του franchise).

Το κάνει προσφέροντας απολαυστικές (ή και επιθετικές, αξέχαστες) εικόνες, πρώτης τάξεως τεχνική, μια ερμηνεία που στο μέλλον (όταν ερμηνείες υποβοηθούμενες από CGI θα είναι πιο συχνές) θα θεωρείται σταθμός, και δίχως καμία έκπτωση σε θέαμα ή σε περιεχόμενο.
Θέλουμε κι άλλο τέτοιο ποπ κορν σινεμά.

Όχι, ψέμματα. Το ποπ κορν είναι προαιρετικό.
Θέλουμε κι άλλο τέτοιο σινεμά.


Πηγή:  .oneman.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου